ἀδιαρρήκτου

ἀδιαρρήκτου
ἀδιάρρηκτος
not torn in pieces
masc/fem/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • σαμάρα — Όνομα δύο ποταμών 1. Ποταμός της Ρωσίας, αριστερός παραπόταμος του Βόλγα. Πλωτός στην κατώτερη διαδρομή του, έχει μήκος 587 χλμ. και λεκάνη 46 680 τ. χλμ. Έχει τις πηγές του στα Ουράλια και χύνεται στο Βόλγα, κοντά στο Κουιμπύσεφ. 2. Ποταμός της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”